κρατάμε επαφή για κάθε είδους θέμα σχετικά με το www.adozenofart.blogspot.com στο: adozenofart@gmail.com

20.3.11

6am

Εδώ στέκομαι, σ' αυτή τη σιωπή
Με μάτια ανοιχτά στα παράσιτα
Έξι η ώρα τα χαράματα
Ο εγωισμός μου δεν περνάει
Όταν ένας άντρας ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο
Παγωμένος
Απλώνει το χέρι στο τίποτα
Είναι η τελευταία άκρη απ' το σχεδιάγραμμα της οικονομίας
Καθώς το πρώτο φως της μέρας απ' τα μάτια του ανατέλλει
Κι αυτός δεν το ξέρει ότι μυρίζει άσχημα, γιατί η ζωή είναι βρώμικη
Μας χωρίζει ένα μέτρο κι αυτός ο αέρας που ξεφυλλίζει ένα πεταμένο περιοδικό
Τα τέσσερα πρώτα μανεκέν που έφτασαν στις διαμαντένιες πύλες του παραδείσου
Ξημερώνει και κανείς δε θέλει να το καταλάβει
Ο θάνατος ενός πολίτη ξεκινά από τα όνειρα του ΛΟΤΤΟ
Κι ύστερα παίζει με τα κανάλια της τηλεόρασης
Κι εκπαιδεύει τα παιδιά του πώς να γελούν με την τεχνική του ζάπινγκ
Σπόνσορας αυτής της αθλιότητας ένα μεγάλο αυτοκίνητο
Απομακρύνει τον έλεγχο πάνω απ' τις ανθρώπινες μάζες
Η Κουλτούρα του γρήγορου φαγητού
Έξι και πέντε λεπτά
Η τέλεια κοινωνία εμποδίστηκε απ' τους καριερίστες και τους καιροσκόπους
Μας χωρίζουν δυο βήματα
Θα 'θελα να του μιλήσω μα ξέρω πως δε θα με καταλάβει
Όλη νύχτα ήμουν έξω
Πόσες φορές δεν έκανα το ίδιο πράγμα
Με διαφορετικά ρούχα, με τα ίδια, και χωρίς
Γιατί πίστευα πως τα μάτια σου είναι τα φώτα για ένα διαφορετικό κόσμο
Ο μύθος της διασταύρωσης
Κάποιος περνάει, άλλος μένει, κάποιος φεύγει
Δρομολόγια προς κάθε κατεύθυνση
Κι ένας ακόμη, φάντασμα μιας σκοτεινής κοινωνίας
Χάνεται στους σκελετούς των νέων οικοδομών
Τώρα το ξέρω πιο καλά πως δεν ήταν εύκολο
Μέσα σ' εκείνο το πλάτος που αγκαλιάζει τις ακρότητες να επιβιώσεις
Να γνέψω καταφατικά στο συμβιβασμό
Ή να επιστρέψω οριστικά στον εαυτό μου;
Χιλιάδες πόδια κάτω απ' αυτό τον ασπρόμαυρο ουρανό
Έξι και δέκα λεπτά
Αυτό που με συνδέει μ' αυτόν τον πεταμένο άνθρωπο,
Είναι η θνησιμότητα, η απόκρουση και το έλεος
Τα τρία στοιχεία που με κάνουν να χαζεύω
Τ' ασημένια αεροπλάνα στον παγωμένο ουρανό
Περιμένοντας το πρώτο τρένο να ξεκινήσει απ' την αφετηρία...


27.1.11

Τέχνη τα βυζιά μου κι υψωμένη η γροθιά μου!

Μπορεί μέσα σε μια στιγμή το ’10 να πέρασε στο αρχείο και να γεννήθηκε το  ’11 με ένα αναβόσβησμα του φωτός, όμως δεν μας τέλειωσε έτσι απλά. Κι επειδή δεν μας τέλειωσε έτσι απλά, η πρώτη περί τέχνης ανάρτηση για φέτος, πατάει στην τελευταία ανάρτηση του πέρυσι (και για την οποία έπεσε «κράξιμο» ως ακατάλληλη προς εορταστική χρήση).
Πέρυσι λοιπόν, δηλαδή πριν από 28 μέρες, είδε το φως του a dozen of art μια άποψη του Μπ. Μπρεχτ για τη σημασία της τέχνης. Για την «υποχρέωση» να εκπληρώνει την «αποστολή» της, ως στρατευμένη, ως πηγάζουσα από την κοινωνική διαδικασία. Αυτή τη σημείωση που την έστειλε φίλος του ιστολογίου την κρατάμε και παραθέτουμε μία ακόμα άποψη. Μια ακαδημαϊκή άποψη που κατ’ αρχήν αφορά τις εικαστικές τέχνες.
 «Τίποτα δεν είναι τέχνη χωρίς την ερμηνεία που να το κάνει έργο τέχνης» είπε ο Arthur Danto και συνέχισε δηλώνοντας ότι «έργο τέχνης είναι ένα αντικείμενο που ενσωματώνει ένα νόημα» κι έτσι ο κύριος Danto καταλήγει ότι τέχνη μπορεί να είναι το οτιδήποτε και δεν υπάρχει λόγος να αποδεχόμαστε συγκεκριμένους τύπους και μόνο, ως τέχνη.  Ο ακαδημαϊκός παραδίδει την ευθύνη της ερμηνείας στον καλλιτέχνη ο οποίος χαρακτηρίζει το δημιούργημα του ως τέχνη. Αυτός ο αυτοχαρακτηρισμός, βασίζεται σε μια συλλογική θεώρηση περί τέχνης εύκολα αντιληπτή από το κοινό (μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό, κοινωνικό πλαίσιο, πάντα).
Ο Μπρεχτ ενδεχομένως να έβρισκε έναν σύμμαχο στο πρόσωπο του κ. Danto. Ο κ. Danto ενδεχομένως να μην συμμερίζεται την άποψη του Μπρεχτ.  Ή απλά να την ενσωματώνει στη γενικότερη αντίληψη περί τέχνης. Ας παραβλέψουμε όμως, τουλάχιστον στην παρούσα ανάρτηση, ότι οι δύο άνδρες μιλάνε για διαφορετικές τέχνες: ο Μπρεχτ για το θέατρο, ο κ. Danto (κυρίως) για τις εικαστικές τέχνες που τις αποκαλεί με τον γενικότερο όρο «τέχνη».
Κι ενώ από τη μια, η Μπρεχτική άποψη περί τέχνης στην εφαρμογή της «γεννάει» τη διαφήμιση ως στρατευμένο θέατρο (από ένα «άλλο» ταξικό στρατόπεδο, στρατευμένο δε και με απήχηση σε διάφορα άτομα, όλων των ταξικών στρωμάτων), από την άλλη η Dantonική άποψη μετατρέπει τον πλαστικό χειρούργο σε καλλιτέχνη και «νομιμοποιεί» καλλιτέχνες τύπου Damien Hirst. Αρκεί κάποιοι να βρίσκουν το απαραίτητο «νόημα» σε ένα διαμαντοστόλιστο βρεφικό κρανίο ή στην γλυπτική πάνω στην ανθρώπινη σάρκα.
Μήπως να έκανα την μύτη μου γλυπτό μνημείο της εργατικής τάξης και ν’ αφήνουνε στα χείλη μου στεφάνια κάθε πρωτομαγιά;
 t.b.c (που σημαίνει to be continued ή αλλιώς συνεχίζεται…)

23.1.11

Κόψαμε και πίτα για το 2011!

Οι περισσότεροι σύλλογοι, φορείς, θεσμοί, οργανώσεις (κλπ κλπ), κόβουν την πίτα του χρόνου έως τα μέσα Φλεβάρη (ανάλογα τη δυναμική και την τεμπελιά των μελών τους). Με αυτή τη λογική η κοπή πίτας αυτού του ιστολογίου είναι εμπρόθεσμη – αν και αυτό δεν είναι αρκετό να δικαιολογήσει την καθυστερημένη, πρώτη για φέτος, ανάρτηση.
Που άργησε λόγω τεμπελιάς βασικά, η οποία δεν είναι χαρακτηριστικό του ανδρός αλλά οφείλεται κυρίως σε υπερβολική κοινωνικότητα (λόγω των ημερών και του αξιέραστου του χαρακτήρος του ανδρός, βεβαίως, βεβαίως).
Όπως και να ‘χει, η ψηφιακή πίτα για το a dozen of art, στήθηκε στο ψηφιακό τραπέζι και κόπηκε. Το ψηφιακό φλουρί, έπεσε στο ιστολόγιο.
Εντελώς στημένο αλλά έτσι κι αλλιώς τι θα σημασία θα είχε ένα ψηφιακό φλουρί για έναν σάρκινο άνθρωπο;
Καλή χρονιά να έχουμε, να είμαστε όρθιοι, ζωντανοί, παλλόμενοι.
Και να τα λέμε συχνά.

30.12.10

Καλή Χρονιά με σκέψεις περί τέχνης (κουβέντα να γίνεται και καλώς να γίνεται)

Βρήκα το παρακάτω στο μαίηλ σταλμένο από φίλο. Προφανώς, καλό φίλο για να μπει στον κόπο να στείλει ένα απόσπασμα που μπορεί να βάλει μία ακόμα παράμετρο στα θέματα (και τις θεματολογίες) της τέχνης.
Στον φίλο και σε όλους τους φίλους εύχομαι

Καλή Χρονιά, Γεμάτη Κίνηση, Κουβέντα, Δράση

..Αν ο ηθοποιός δε θέλει να είναι παπαγάλος ή μαϊμού, πρέπει να κάνει κτήμα του τη γνώση της εποχής του πάνω στην κοινωνική ζωή, παίρνοντας μέρος στους ταξικούς αγώνες. Μπορεί αυτό να φανεί σε μερικούς σαν κατάπτωση, μιας και τοποθετούν την τέχνη, αφού προηγουμένως έχει τακτοποιηθεί η πληρωμή, στις πιο ψηλές σφαίρες. Οι περισσότερες, όμως, αποφασιστικές μάχες του ανθρώπινου γένους δίνονται πάνω στη γη, όχι στους αιθέρες και "έξω" στη ζωή, όχι μες στους εγκεφάλους. Κανείς δεν μπορεί να υψωθεί πάνω από τις αντιμαχόμενες τάξεις, γιατί κανείς δεν μπορεί να υψωθεί πάνω απ' τον άνθρωπο. Η κοινωνία δεν έχει κανένα κοινό μεγάφωνο, όσο είναι χωρισμένη σε τάξεις. Ετσι, όσοι λένε πως δεν ανακατεύονται στην πολιτική, σημαίνει πως ανήκουν στην άρχουσα τάξη...

Μπέρτολτ Μπέχτ ..

27.12.10

Σιωπή - Mute - Σιωπή - Mute - Σιωπή - Mute - Σιωπή


MUTE - μια performance για τη Σιωπή. Στη Δακτυληθρα (Τότη Χατζή 9), Πέμπτη 30/12 στις 19:00

Είναι άραγε οξύμωρο σχήμα η κουβέντα περί σιωπής; Ειδικά όταν ψιχαλίζει και κάθεσαι σε παγκάκι, μ’ έναν καφέ στο χέρι; Κι έτσι, χρειάζεται συχνά να υψώνεις τη φωνή για να ακούγεσαι μέσα από την υγρασία της ατμόσφαιρας, πάνω από τα βιαστικά αυτοκίνητα;
Μπορεί και νάναι. Όσο οξύμωρη μπορεί να είναι η έννοια της σιωπής που υπάρχει χωρίς παρουσία: εντοπίζεται και προσδιορίζεται με την απουσία. Δεν υπάρχει τρόπος άλλος να προσδιορίσει – χαρακτηρίσει κανείς τη σιωπή, παρά μόνο σε περιγραφή του απόντος ήχου. Μια απαραίτητη συνδιαλλαγή. Επικοινωνία. Που απαιτεί έναν «ευήκοον ώτα» που χωρίς ερέθισμα θα δώσει ύπαρξη στη σιωπή.
Τελικά, η Ρένα Γιουβανάκογλου γιατί μπαίνει σε τόση φασαρία για τη σιωπή;

«Γιατί υπάρχει.
 Γιατί χωρίς σιωπή δεν αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα. Αν δεν σιωπήσεις δεν μπορείς να καταλάβεις τα πράγματα γύρω σου. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοήσεις τα πράγματα. Στον δικό μας πολιτισμό, η σιωπή είναι δύσκολη και δύστροπη.
Ο πολιτισμός μας, δεν καταλαβαίνει τη σιωπή. Την παρεξηγεί. Τη θεωρεί αγένεια, απόρριψη».

Ο πολιτισμός της φασαρίας, της φωνής, των ακατάληπτων συνεχόμενων θορύβων, της βαβούρας. Ο πολιτισμός, που αντιλαμβάνεται τη σιωπή, πλέον, όχι σα χρυσό αλλά σαν αδυναμία. Ο πολιτισμός της μονοδιάστατης θεώρησης

«Η σιωπή είναι πολλά πράγματα. Είναι ανασυγκρότηση και σκέψη και αντίληψη πραγμάτων. Όταν σταματάς να μιλάς, ακούς τι συμβαίνει γύρω σου. Αλλιώς τα πράγματα χάνονται. Δεν είναι εύκολο να σιωπήσει κάποιος. Είναι όμως αναγκαίο. Όταν άρχισα να επεξεργάζομαι τη σιωπή, το όλο θέμα ήταν πολύ προσωπικό: σε μια περίοδο προβλημάτων που τα περνάμε όλοι λιγότερο ή περισσότερο, έβλεπα –και εξακολουθώ να βλέπω- ότι γίνονται πράγματα χωρίς να υπάρχει αντίδραση. Κι αυτό είναι μια σιωπή. Μια εσωτερική σιωπή: δεν αντιδράω, δεν ακούω, δεν ρωτάω, κάνουμε πράγματα όπως τα κάνουν οι άλλοι. Κι έτσι ξεκινάει ένας κώδικας σιωπής που εμπεριέχει μια συνωμοσία. Από εκεί ξεκίνησε: την κωδικοποιημένη επικοινωνία, που δύσκολα μπορείς να καταλάβεις. Αυτού του είδους η επικοινωνία είναι σα να έχει επιβληθεί: σα να σου έχει ορίσει κάποιος, πώς θα κινείσαι, πώς θα μιλάς, πώς θα αγαπάς. Και δεν επιτρέπεται να παρεκκλίνεις ούτε δεξιά, ούτε αριστερά».

Δύο ερμηνείες, δύο μέτρα και δύο σταθμά για τη «σιγή ασυρμάτου»: ανασύνταξη - αντίληψη σε προσωπικό επίπεδο αλλά και αποχώρηση – υποχώρηση σε κοινωνικό.

 
«Έτσι είναι και η περφόρμανς που ήθελα να κάνω. Απλά ξεκίνησε ανάποδα: ξεκίνησε από τον κώδικα σιωπής και αρχίσαμε να πηγαίνουμε προς τα πίσω ανακαλύπτοντας το πρωταρχικό σημείο, τη σιωπή σαν έλλειψη ήχου, σαν κενό. Με την ανεκτίμητη συμβολή της καλύτερης μου φίλης και δημοσιογράφου, Μάγδας Γεωργιάδου, αναζητήσαμε τη σιωπή σε διάφορα επίπεδα: σε ένα σύμπαν κενό κι ακίνητο, σε μια αγονιμοποίητη μήτρα, στις σχέσεις. Σε πολλά διαφορετικά πράγματα καθημερινά ή όχι .
Προσπαθώντας να στήσουμε έναν σκελετό για την περφόρμανς συναντηθήκαμε με πολλούς, πάρα πολλούς δρόμους, εκφράσεις, διασταυρώσεις, όπου ανακαλύψαμε σιωπές κάθε είδους. Τελικά για να μην χαθώ, αποφασίσαμε να σταθώ σε 4 σημεία και να δώσουμε μια ιστορία για το τίποτα που γίνεται κάτι, για το απόλυτο κενό, που μπορεί να είναι συμπαντικό, φυσικό, προσωπικό, κοινωνικό
Μια μήτρα που δεν φιλοξενεί ένα έμβρυο. Ή ένα σύμπαν χωρίς πλανήτες. Απ’ αυτό ξεκινήσαμε. Από το μηδέν και πώς σιγά σιγά εξελίσσεται το τίποτα σε κάτι. Κι αυτό το κάτι αποκτά μια δραστηριότητα, αντιδράει στα ερεθίσματα, εξελίσσεται. Και φτάνει στην κατανόηση, τη μάθηση και τελικά στην επικοινωνία. Καταλαβαίνει και μαθαίνει πώς να επικοινωνεί. Το Mute δεν είναι τίποτα άλλο από μια μορφή επικοινωνίας, που ξεκινάει από το μηδέν και μπορεί να καταλήξει στον κώδικα σιωπής».

Ο κώδικας της σιωπής. Η συνωμοσία. Η συνήθεια της σιωπής. Η σιωπή ως έλλειψη και η έλλειψη ως αντίδραση, ως μέσον αλλαγής. Γίνεται;

«Χρειάζεται φωνή αλλά πρώτα σιωπή. Είναι σημαντικό να πάρεις τον χρόνο σου να ανασυγκροτηθείς να σκεφτείς, γιατί αν δεν καταλάβεις γιατί και πώς να φωνάξεις δεν υπάρχει ούτε νόημα, ούτε κέρδος. Η σιωπή είναι η προϋπόθεση της φωνής της αντίδρασης γιατί αν αρχίσεις να φωνάζεις χωρίς λόγο και περιεχόμενο δε θα σε βγάλει πουθενά.
Για να ξέρεις πώς οφείλεις να κινηθείς, πρέπει να είσαι πιο εσωτερικός. Και να ξέρουμε ότι αυτό το παιχνιδάκι πομπός – δέκτης υπάρχει παντού στον κόσμο. Όλοι είμαστε έτσι, ουσιαστικά όλοι προσπαθούμε να πούμε κάτι, ακόμα και η σιωπή προσπαθεί να σου πει κάτι. Το θέμα είναι αν θα καταφέρεις να καταλάβεις, τι προσπαθεί να σου πει ο άλλος. Πόσοι είναι έτοιμοι να δεχθούν ότι η απάντηση που θα πάρουν μπορεί να μην είναι με τον τρόπο που περιμένουν, θέλουν, ή έχουν συνηθίσει; δηλ μπορεί σε κάποιον να μιλάς φωναχτά και ο άλλος να απαντάει με την πράξη του – αυτό είναι ένας τρόπος επικοινωνίας, το θέμα είναι αν λάβεις το μήνυμα.
Κοίτα, ας πούμε, τις τελευταίες εκλογές: όταν ζητήθηκε από τον κόσμο να πάει να ψηφίσει ο περισσότερος κόσμος απάντησε με σιωπή, επέλεξε να μην πάει στις εκλογές. Ουσιαστικά αυτό το μήνυμα δεν το έλαβε κανείς.
Ο κάθε πολιτικός, το κάθε κόμμα, ο κάθε δημοσιογράφος, είπαν τις απίστευτες βλακείες και τελικά ήταν όλοι ευτυχισμένοι και κανένας δεν ανέλυσε ουσιαστικά αυτό το κομμάτι. Πάρα πολλοί άνθρωποι επέλεξαν να ανασυγκροτηθούν να μην δώσουν πουθενά εμπιστοσύνη και να κάτσουν με τους εαυτούς τους ή μεταξύ τους. όλοι αυτοί που επέλεξαν να μην ψηφίσουν ανέπτυξαν μεταξύ τους έναν κώδικα επικοινωνίας: όλοι αυτοί καταλαβαίνουν γιατί δεν πήγανε.
Κανένας όμως δεν έλαβε το μήνυμα».

Η πολιτική σιωπή που μεταφέρει ένα μήνυμα. Ένα μήνυμα που πιθανότατα κανένας δεν θέλει να λάβει. Ένα μήνυμα απόλυτα συμβατό με τη σιωπή: απώλεια δράσης και αντίδρασης, χωρίς «ευήκοα ώτα» να το …γεννήσουν.

«Στους πολιτικούς αρέσει «να πιπιλάνε το δάκτυλο». Ή μάλλον βολεύονται. Βγαίνουν διάφοροι και λένε για διαφάνεια για τον πόλεμο κατά τις διαφθοράς, και κανένας δε λέει φωναχτά αυτό πρέπει: ότι οι περισσότεροι δεν θέλουν κανέναν να κυβερνάει αυτό το κράτος. Οι Έλληνες θεωρούν ότι κανένας δεν είναι ικανός να κυβερνάει το κράτος. Αυτό είναι μια αρχή. Δεν ξέρω αν είναι αρκετό για ν’ αλλάξει τα πράγματα – οι φασαρίες στην Αθήνα, οι φωτιές και οι καταστροφές που μπαίνουν, άλλαξαν κάτι; Υπήρχε και στις δύο περιπτώσεις ένα μήνυμα –ίσως και το ίδιο. Όμως, πάντα έτσι γίνεται: κάποιοι πήραν το μήνυμα και κάποιοι όχι. Το θέμα είναι πόσοι άνθρωποι το έχουν πάρει, ώστε να μεγαλώσουν οι αντιδράσεις και να πεις ότι έγινε κάτι.
Πρέπει με κάποιον τρόπο να ξεκινήσει και νομίζω ότι είναι καλύτερο σε αυτή τη φάση να σιωπήσεις και μετά να δράσεις, θα είναι αποτελεσματικότερο. Είναι σημαντικό να κάνουμε πίσω, να παίρνουμε τον χώρο μας, να ξαναβλέπουμε και να αναθεωρούμε και να εξετάζουμε τα πράγματα. Είναι καλό, δε θα βλάψει.
Είναι καλύτερο από το απλώς να φωνάζουμε».



Η performance

«Η performance δεν ξέρω ακριβώς τι είδους τέχνη είναι, αλλά ξέρω ότι είναι τέχνη. Είναι μια παράσταση που δεν έχει τις απαιτήσεις και την αυστηρή δομή της θεατρικής παράστασης. Είναι η κορύφωση νοημάτων και εικόνων χωρίς να αναδεικνύεται η διαδρομή που οδηγούν σε αυτήν την κορύφωση. Είναι πολύ πιο εφήμερη, ανοιχτή και ελεύθερη μορφή τέχνης από το θέατρο. Δεν είναι απαραίτητο να έχει αρχή μέση τέλος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί και να έχει. Η κυρίαρχη διαφορά ωστόσο με το θέατρο είναι ότι η performance δεν δεσμεύεται από κείμενο, από το τι θέλει να πει ο ποιητής (συγγραφέας), αλλά κυρίως από την ιδέα που έχει ο performer, το νόημα που θέλει να επικοινωνήσει. Μπορεί να έχει πολύ «εύκολη» και «ευτελή» σε μερικές περιπτώσεις φόρμα ωστόσο, οφείλει για να έχει λόγο ύπαρξης, να έχει μια κεντρική ιδέα, ένα νόημα να μεταφέρει. Αυτό είναι το επιδιωκόμενο της performance: το μεταφερόμενο νόημα. Αν δεν υπάρχει ή αν δεν είναι εφικτό να μεταφερθεί στο κοινό, τότε δεν έχει λόγο ύπαρξης. Αυτό όμως, δεν ισχύει και για όλες τις μορφές τέχνης;
Κι αυτό δεν είναι το σημείο που διαχωρίζει την «καλή» από την «κακή» τέχνη;»

Γιατί μια performance σε μια βιτρίνα;
«Ήθελα να δημιουργήσω,  ένα «κουτί» έναν χώρο στενό, σχεδόν ασφυκτικό και απομονωμένο. Με απόσταση από τον θεατή, ακόμα κι ο ήχος να μην φτάνει καθαρός. Δεν μπορούσα να φανταστώ αυτή την performance σε ένα θέατρο ας πούμε, ή σε έναν μεγάλο χώρο, θα χανόταν τελείως. Ήθελα όσοι έρθουν να παρακολουθήσουν να την «ψάξουν» για να μπορέσουν να δουν, σα να στριμώχνονται σε μια κλειδαρότρυπα. Η στενότητα του χώρου είναι η μήτρα ή το αγέννητο σύμπαν, είναι ο χώρος που θα δημιουργηθεί κάτι, θα εξελιχθεί θα προσπαθήσει να επικοινωνήσει, είναι το αρχικό σημείο της σιωπής. Οι δυο ηθοποιοί θα προσπαθήσουν να επικοινωνήσουν με διαφορετικούς τρόπους – φωνάζοντας και σιωπώντας- θα τα καταφέρουν; Θα ολοκληρώσουν την επικοινωνία; Θα δούμε!»

Για τις ανάγκες της performance "MUTE" βρίσκονται πίσω από τις βιτρίνες της Δακτυλήθρας (Ακτή Τότη Χατζή 9, Αίγινα) οι Γιολέν Μαρμαρά και Λασκαρίνα Τζίτζη. Την Πέμπτη 30/12, στις 19:00 θα παρουσιάσουν την σκέψη της Ρένας Γιουβανάκογλου για τη Σιωπή.


23.12.10

Βασιλική Ταντάουι: μια βάρκα απ' το καρνάγιο

Ένας φίλος σχολιάζοντας τη μετοίκηση πολλών καλλιτεχνών στην Αίγινα (και την απουσία τους από την κοινωνική διαδικασία), χαρακτήρισε το νησί ως «καρνάγιο καλλιτεχνών, που ποτέ ξανά δεν σαλπάρουν και ξεχνιούνται στο φουαγιέ – καφενείο». Ίσως ο φίλος αυτός να αδικεί την Αίγινα και τους καλλιτέχνες της, ίσως όχι. Ακόμα και τα καρνάγια όμως, κατά καιρούς, μπορούν να φτιάξουν βάρκες. Κι αυτές θα ταξιδέψουν τα ταξίδια που τους πρέπουν, μικρά ή μεγάλα, όμορφα ή άσχημα. Γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή.

Με την ευκαιρία της πρώτης ατομικής της έκθεσης, η Βασιλική Ταντάουι αυτοπαρουσιάζεται παρέα με τη δουλειά της:
Κάνω φωτογραφία. Δε ξέρω τι είδους, ξέρω ότι το γουστάρω πολύ αυτό. Είναι μαγεία.
Μένω στην Αίγινα, τώρα. Αύριο δε ξέρω, θα δούμε. Γενικά έχω την αίσθηση ότι τώρα που ξέρω ποια είμαι μπορώ να πάω παντού. Γελάω πολύ και λειτουργώ εξ’ ολοκλήρου με το συναίσθημα.

Η Βασιλική είναι ερωτευμένη με την τέχνη της και σε θέση να υποσχεθεί – ερασιτέχνης και επαγγελματίας:
Μόνο 2 χρόνια πιάνω φωτογραφική στα χέρια μου, και το τελευταίο 6μηνο έμαθα και πως δουλεύει, δεν έχω πτυχίο ή δίπλωμα φωτογράφου, οι άλλοι όμως με εμπιστεύονται και χωρίς αυτά. Φωτογράφος. Τώρα πια δεν κόβονται τα πόδια μου όταν το λέω. Κόβονταν γιατί δεν ήξερα, τώρα όμως ξέρω. Με λέξεις μόνο αυτό μπορώ να σου πω!

Φωτογράφος. Τεχνική και τέχνη. Μάστορας και καλλιτέχνης. Εμπόριο και έκφραση. Σχοινοβασίες θεωρητικού περιεχόμενου που χαράζουν ρότα ζωής:
Δεν ξέρω πως ορίζεται η εμπορική και η καλλιτεχνική φωτογραφία, ακόμη το ψάχνω. Δηλαδή αν βγάζεις χρήματα από αυτό τότε είναι εμπορική αν δεν βγάζεις όχι; Έχει να κάνει με τα χρήματα δηλαδή; Δηλαδή κάποιος που τραβάει γάμους και βαπτίσεις με καλλιτεχνικό τρόπο κάνει εμπορική φωτογραφία και κάποιος καλλιτέχνης που τραβάει τη ζωή έξω στο δρόμο και κάνει μια έκθεση και ξεπουλάει σημαίνει ότι κάνει καλλιτεχνική φωτογραφία;  Δεν υπάρχουν και ακριβής απαντήσεις για να τα ξεχωρίσεις όλα αυτά.
Επειδή είναι κάτι το οποίο είναι στο μεταίχμιο η φωτογραφία δεν μπορείς να το ορίσεις.
Τέχνη πιστεύω ότι κάνει κάποιος και αν το κάνει ως χόμπι και ως εργασία και ως μέσο έκφρασης κατ’ αποκλειστικότητα, το θέμα είναι ότι η τέχνη και η κάθε τέχνη μεταφράζεται στην καρδιά του κάθε που τη βλέπει. Οπότε δεν μπορείς να ξέρεις αν και πότε ο καθένας κάνει τέχνη. Το θέμα είναι να νιώθει ότι δεν καταπιέζεται με αυτό που κάνει, να μην ευτελίζεται το μέσα σου, με την έννοια του ότι δεν γουστάρει να το κάνει, η πίεση σα πίεση νομίζω ότι μπορεί να είναι και αποδοτική, αν δεν γουστάρεις κάτι που κάνεις τότε δεν το κάνεις καλά.
Το «8» δεν ξέρω αν είναι καλλιτεχνική φωτογραφία, αυτό θα στο πουν όσοι τη δουν. Εγώ που το έκανα, μου έδωσε ότι μου έδωσε και αυτό είναι όλο. Δεν ξέρω αν μπορεί να συνδυαστεί η καλλιτεχνική με την εμπορική ή αν δεν μπορεί. Σε κάθε τι υπάρχει λίγη τέχνη μέσα, το θέμα είναι κάνεις κάτι για την τέχνη ή για να πουλήσεις;
Οι γάμοι και τα βαφτίσια είναι καθαρά εμπορικό νομίζω, αλλά ποιος μας λέει ότι και μια έκθεση τέχνης δεν είναι; Πάντως αρχή μου είναι ότι τα λεφτά δεν μπορούν να δώσουν αξία σε τίποτα.

Πίσω από μια φωτογραφική, ακολουθία φωτός, παρασυρμένη χωρίς επιλογή στα κλικ, στα διαφράγματα, στις εικόνες. Ακόμα κι αυτό που αγαπάς, δεν είναι ρόδινο:
Ζηλεύω αυτούς που τραβάνε για την πάρτη τους και όχι δουλεύοντας ως φωτογράφοι. Εγώ όμως δεν έχω άλλη επιλογή. Λυπάμαι εμένα κυρίως, που θα το κυνηγήσω μέχρι τέλους, ίσως μετά να λυπάμαι και τους άλλους. Όταν τραβάω (είτε για κάποιον πελάτη είτε για μένα) πάντα βάζω ένα κομμάτι μου μέσα. Οπότε ουσιαστικά δεν κάνω κάτι που δεν γουστάρω να κάνω. Θα κυνηγήσω μέχρι τέλους το ταξίδι της φωτογραφίας στη ζωή μου όπου και αν με πάει αυτό. Μπορεί να ακούγεται μοιρολατρικό αλλά δεν είναι, πίστεψε με!

Κάθε δουλειά έχει ένα στίγμα – κι η Βασιλική δίνει το δικό της,:
Δεν έχω αγαπημένο φωτογράφο. Μ’ αρέσει η σκηνοθετημένη φωτογραφία, μ’ αρέσει το βίντεο, μ’ αρέσει όταν αυτό που έχω στο μυαλό μου βγαίνει όπως ακριβώς το φανταζόμουν.
Με εκνευρίζει να στήνω έκθεση και να τραβάω φωτογραφίες με φλας.

21.12.10

«8» - Η έκθεση

photo από την πρώτη ατομική έκθεση της Β. Ταντάουι - "8"
«8» ονομάζεται η πρώτη ατομική έκθεση της Βασιλικής Ταντάουι και αποτελείται από 8 φωτογραφίες. Ένας στίχος από το τραγούδι «Human Nature» της Madonna («…oops, I didn’t know we could talk about sex…»), αναλαμβάνει την ευθύνη για την πρωταρχική ιδέα. Η Βασιλική θέλοντας να επιβεβαιώσει τη Madonna, ότι ναι! μπορούμε να μιλάμε για sex, έκλεισε το μάτι - κυριολεκτικά και μεταφορικά: πίσω από τη φωτογραφική της απαθανατίζοντας τα κάδρα της σκέψης της αλλά και μέσα από αυτά τα κάδρα στους επισκέπτες των κρεμασμένων από τους τοίχους σκέψεων της. 
Διασχίζοντας πορεία ανάλυσης, κατέληξε στο «8» και πραγματεύτηκε τις 8 έννοιες που ανακάλυψε: Ολοκλήρωση. Ένωση. Επαφή. Φιλία. Εαυτός. Επιθυμία. Έρωτας. Συνουσία.
«Το 8 είναι ο μοναδικός ολόκληρος αριθμός και στη ζωή μας όλοι αυτό που πάντα ψάχνουμε είναι ολοκλήρωση. Που έρχεται μέσα από την αγάπη, τον έρωτα, τη φιλία, τον εαυτό, την επαφή, την ένωση και την συνουσία που είναι το τελευταίο βήμα πριν».

Επειδή έχω την αναπόδεικτη πεποίθηση ότι, περπατώντας τον ίδιο δρόμο από διαφορετική πλευρά και ακολουθώντας την ανάποδη κατεύθυνση, παρατηρείς και συναντάς διαφορετικά πράγματα ή –έστω- διαφορετικές όψεις του ίδιου πράγματος, ζήτησα από την Βασιλική να ακολουθήσει την ανάποδη, συνθετική πορεία: από τις 8 έννοιες να καταλήξει στη μία. Κι επειδή το sex απαιτεί (τουλάχιστον) ένα ζευγάρι, η Βασιλική ζευγάρωσε τις έννοιες – ευρήματα της:

«Ολοκλήρωση – Εαυτός (Στόχος του κάθε ανθρώπου στη ζωή είναι η ανακάλυψη και η ολοκλήρωση του εαυτού του. Μερικοί το ξέρουν εξ’ αρχής, μερικοί το βρίσκουν στην πορεία και άλλοι ποτέ).

Ένωση – Συνουσία (Κάπου διάβασα και το υιοθέτησα ότι η συνουσία είναι θεϊκή μόνο αν υπάρχει και ψυχική ένωση εκτός από σωματική, αλλιώς θεωρείται χυδαία οπότε το ένα είναι μισό χωρίς το άλλο).

Επαφή – Φιλία (Ουσιαστική επαφή στη ζωή μας έχουμε μόνο με τους φίλους μας. Η οικογένεια που επιλέγουμε, οι άνθρωποι που ερχόμαστε πιο κοντά από οποιονδήποτε, που μπορούμε να αφήνουμε τον εαυτό μας ελεύθερο να ξεκουράζεται και να γεμίζει δύναμη).

Επιθυμία  - Έρωτας (Επιθυμίες έχει ο καθένας για τον εαυτό του συνέχεια, κάθε λεπτό που υπάρχει ζει και αναπνέει. Η κατάσταση στην οποία οι επιθυμίες σου είναι οι επιθυμίες ενός άλλου τότε υπάρχεις ζεις και αναπνέεις για εκείνον. Οπότε; Είσαι ερωτευμένος).

Η λέξη που περικλείει και τα τέσσερα ζευγάρια είναι Αγάπη».

Η Βασιλική, ξεκινώντας από το σημείο «sex» έφτασε στο σημείο «των 8 εννοιών». Από ‘κει γυρνώντας, κατέληξε στο σημείο «Αγάπη». Για πολλούς, είναι αδιαχώριστα.

Η έκθεση της Βασιλικής Ταντάουι με τίτλο «8», θα φιλοξενηθεί στο bar «Μάσκα», (Μητροπόλεως 8 Αίγινα) από τις 30 Δεκ. 2010 έως τις 13 Ιαν. 2011. Εγκαίνια: 30 Δεκ. 2010, ώρα 21:00.

13.12.10

Ρεμπέτικο. Αντίσταση. Δάκρυα για ένα πακέτο τσιγάρα (που δεν έδωσε το τελευταίο)

Ξερό κεφάλι και πείσμα, μουλάρι σκέτο, πάθος και πίστη. «Μπαμπά, να με πας να δω τη Βέμπo». Από ‘κει και πέρα καμία υποχώρηση – μόνο τραγούδι. Ζωή ανένδοτη – φταίει η Αρβανίτικη καταβολή. Γάμος, ξύλο, βιτριόλι στα μούτρα, φυλακή.

Επιστροφή στην «καθαρή» αστική στέγη. Ξύλο και πάλι. Το βιτριόλι τέλειωσε, μια θέση σ’ ένα βαγόνι, ένα τυχαίο πρωινό με το ημερολόγιο να δείχνει 28 Οκτ 1940. Πρωτεύουσα. Κατοχή. Η καθώς πρέπει οικογένεια σε αναζήτηση. Επτά χρόνια μετά η αναζήτηση τελειώνει στα τραπέζια της ταβέρνας «Ο Τζίμης ο Χοντρός», στην Αχαρνών. Καμία επιστροφή.

Σ’ αυτά τα επτά χρόνια ο ύπνος γινόταν σε βαγόνια, σε πάρκα, σε όποια καβάτζα βρισκόταν. Δουλειά ό,τι να ‘ναι, ίσα για την επιβίωση. Λάντζα, ταμπλάς με παστέλια και τσιγάρα, αχθοφόρος. Οργάνωση στο ΕΑΜ. Μια ζωή αντίσταση. Σαν βιολογική εντολή. Ο ένας πόλεμος τελειώνει, ο εμφύλιος αρχίζει. Σκυφτό βράδυ πάνω σ’ ένα πιάτο φαγητό, σε μια ταβέρνα της Αθήνας. Κιθάρα κρεμασμένη στον τοίχο, ο καημός, το πάθος και ο πόθος μεγαλύτερα από την πείνα. «Τι έχεις κι όλο κλαις και δεν μου το λες», «Αντιλαλούν οι φυλακές τ’ Ανάπλι κι ο Γεντί Κουλές»! Κάποιος παρακολουθεί με μεγάλη προσοχή. Την επόμενη μέρα είναι και πάλι εκεί με μια παρέα. Προσγειώνεται στου «Τζίμη του Χοντρού» παρέα με τον Τσιτσάνη. Ο εμφύλιος ακόμα καίει: φυλακές και ξύλο από Χίτες. Ο δρόμος πλέον είναι στρωμένος, αλλά ποτέ ρόδινος.
Τραγούδι.
Καριέρα.
Άσβεστα πάθη: τσιγάρα σέρτικα, ζάρια, τσαμπουκάδες.
Κανένας συμβιβασμός.
Ρεμπέτικο.

Μεγάλες συνεργασίες για την ιδιαίτερη φωνή και την αδάμαστη ψυχή: εκτός από τον Τσιτσάνη, Παπαϊωαννου, Μητσάκης, Καλδάρας. Αλλά και: Μούτσης, Σαββόπουλος, Ανδριόπουλος, Λάγιος. Η Ελλάδα αλλάζει πιο γρήγορα απ’ ότι χτίζεται: μπουάτ στην Πλάκα, λαϊκά κέντρα, συναυλίες και το νέο φρούτο των πολιτιστικών εκδηλώσεων. Είναι εκεί.

Το 1993 αρχίζει η μάχη που κανένας δεν κερδίζει: καρκίνος στον πνεύμονα.
Προς το τέλος θα μείνει χωρίς φωνή.
Τον Αύγουστο του 1997, μας γυρνάει την πλάτη.

Σχόλιο που συνοδεύει το video από τον χρήστη  ArikkadoGR πριν από 10 μήνες
Πέθανε μόνη της σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας. Στο τέλος δε μπορούσε ούτε καν να μιλήσει. Την πλησίασε κάποιος, γνωρίζοντας πως είναι αυτή και του έκανε νεύμα. "Φουμάρεις;".
Της έδειξε τα τσιγάρα που κάνει και την έπιασαν τα κλάματα.

3.12.10

Τζούρες

# Νύχτα σε μια βρεγμένη πόλη, πίσω από τις τζαμαρίες μικρών ποτάδικων, δυο τρία ποτά πάνω στα σκαμπώ, μερικά τσιγάρα κι η ατμόσφαιρα φωτισμένη από κοκκινισμένα μάγουλα, σηκωμένα μανίκια, φωνές δυνατές κοντά στ’ αυτιά.
Όταν βγω έξω, θα τυλιχτώ με το παλτό μου προσπαθώντας να αντιμετωπίσω τη νυχτερινή υγρασία και η τσιγαρίλα πάνω του -και στην αναπνοή μου, βέβαια- θα είναι η απόδειξη ότι η νύχτα μου είχε αξία. Σκέτη αξία, καθόλου προστιθέμενη.


# Το τσιγάρο … το κερασμένο τσιγάρο, από κάποιον που ποτέ δε θα έκανες τράκα, είναι ένα χτύπημα στον ώμο. Συνήθως στα όρθια ή το πολύ πολύ ακουμπισμένοι κι οι δυο σ’ έναν τοίχο παλιό.
Πέντε λόγια σε πέντε λεπτά, μοιρασμένη ανάσα, κοινόχρηστος χρόνος … αδελφέ! σ΄ ευχαριστώ για το τσιγάρο, μη χάνεσαι, τα λέμε … Τα λέμε.
Στο τσιγάρο του επόμενου πακέτου (ή κάποιου από τα επόμενα).


# Επισκεπτήριο στη φυλακή. Με μια κούτα τσιγάρα στο χέρι. Πεσκέσι ακριβό και απαραίτητο. Η μυρωδιά της ελευθερίας, το μέτρημα. Του χρόνου. Της σκέψης. Του καλοπιάσματος. Της ανταλλακτικής του αξίας.
Θα σου φέρνω τσιγάρα στη φυλακή, είπες.
Από συνήθεια το είπες, μα να ξέρες μόνο τι είπες! Και παραπάνω: να ‘ξερες τι έκανες, κάθε φορά που κράταγες την υπόσχεση σου!
Με καταριόσουν και μαζί μ’ ευλογούσες…


# Του Καββαδία τα τσιγάρα που σκάνε από την υγρασία και δεν ανάβουν. Από τις ‘ξομολογήσεις των αμαρτιών αλλά πιο πολύ, από ‘κείνες που ιστορούν τις προδοσίες. Στη Βάρδια, που κρατούσε συντροφιά του δεύτερου, με καφέδες που δεν έβλεπαν τι κρύβουν και ιστορίες που δεν κατάφερναν να κρύψουν τις αμαρτίες.
Και κρυφάκουγε ο μούλος ο δόκιμος με την αρρώστια να τον φοβίζει – πως δε θα προλάβει, πως θα πεθάνει ή θα του πέσει η μύτη, πριν πιάσουν λιμάνι.

24.11.10

Αμετανόητοι καπνιστές κατ’ επιλογήν


Παραπέτασμα καπνού, κιτρινισμένα δάκτυλα, μια ομίχλη που ξεκαθαρίζει το τοπίο.
Όλες οι μορφές τέχνης αναπνέουν τεχνητά˙ οι αναπνευστήρες τους είναι μέσα σε έτοιμα πακέτα, σε καπνοσακούλες, σε τσιμπούκια!

Ο καπνός˙ εκείνος που μπαίνει μέσα μας, αφήνει τα αποτυπώματα της νικοτίνης και την μυρωδιά της καύσης. Εκείνος, που δαμάζει τη φωτιά, την οδηγεί κοντά, πολύ κοντά στο πρόσωπο. Κι ικανοποιεί το στόμα. Με τρόπο περίεργο κι ακατανόητο, ικανοποιεί τη γεύση και την όσφρηση. Έστω κι αν τελικά, τις ισοπεδώνει.

Ο καπνός, είναι ίσως, η πρώτη αμαρτία στη διαδρομή της ενηλικίωσης. Το πρώτο χάιδεμα σε μια υπόσχεση θανάτου, ο ηδονισμός του απαγορευμένου καρπού, η πολιτική ανορθοδοξία σε έναν κόσμο που ορέγεται ανθρώπους – μηχανές, χωρίς πάθη, σκέψεις, επιθυμίες, αποκλίνουσες συμπεριφορές, ιδιαιτερότητες. Είναι ένα φωτεινό σινιάλο στον κόσμο, ένας φάρος που μπορεί να προειδοποιεί για κίνδυνο ή για λιμάνι…

Ο αμετανόητος καπνιστής κατ’ επιλογήν, γνωρίζει ότι η καπναπαγόρευση δεν έχει στόχο το τσιγάρο και την υγεία: στόχος είναι το πάθος και ο παθός. Στόχος είναι το «σαράκι» ενός «λαμπερού και υγιούς» συστήματος, που μπορεί να σε σκοτώνει αλλά δεν σου επιτρέπει να πεθαίνεις.

«Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουν στα πόδια. Στο μυαλό είναι ο στόχος. Το νου σου, ε;»
Κατερίνα Γώγου*, από την ταινία Παραγγελιά** 1980
Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 1 Ιουνίου 1940 Ξεκίνησε από μικρή, καριέρα στην ηθοποιία και συμμετείχε με δεύτερους ρόλους σε πλήθος ταινιών της χρυσής εποχής του Ελληνικού Κινηματογράφου. Αργότερα στράφηκε στην ποίηση. Η ποίηση της χαρακτηρίζεται από τον αντισυμβατικό, συνειρμικό χαρακτήρα τους, τις αναρχικές ιδέες και το μαύρο χρώμα που αποπνέει. Συμμετείχε στην ταινία Η Παραγγελιά (1980) στην οποία ακούγονται και ποιήματα της. Αυτοκτόνησε με χάπια και αλκοόλ στις 3 Οκτωβρίου 1993. Είχε μια κόρη, την Μυρτώ.
**Η ταινία «Παραγγελιά» είναι μια ταινία βασισμένη στην πραγματική ιστορία του Νίκου Κοεμτζή. Τον Φλεβάρη του 1973 ο αποφυλακισμένος (με καταδίκη για κλοπή) Νίκος Κοεμτζής με τον αδελφό του Δημοσθένη διασκέδαζαν στο νυχτερινό κέντρο «Νεράιδα». Ο Δημοσθένης έκανε παραγγελιά το τραγούδι «βεργούλες» (Μ. Βαμβακάρης) η οποία παραβιάστηκε από άλλον θαμώνα. Στον καυγά που ακολούθησε ενεπλάκησαν τρεις αστυνομικοί με πολιτικά, του οποίους σκότωσε με μαχαίρι ο Ν. Κοεμτζής, θεωρώντας ότι σκότωναν τον αδελφό του. Καταδικάστηκε σε θάνατο. Το 1977 η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια. Αποφυλακίστηκε το 1996, μετά από 23 χρόνια φυλακής στην οποία τον μεταχειρίστηκαν πολύ άσχημα  λόγω των πολιτικών του φρονημάτων, του ποινικού του ιστορικού και του γεγονότος ότι οι νεκροί ήταν αστυνομικοί. Σήμερα πουλάει την αυτοβιογραφία του στους δρόμους της Αθήνας.