κρατάμε επαφή για κάθε είδους θέμα σχετικά με το www.adozenofart.blogspot.com στο: adozenofart@gmail.com

3.12.10

Τζούρες

# Νύχτα σε μια βρεγμένη πόλη, πίσω από τις τζαμαρίες μικρών ποτάδικων, δυο τρία ποτά πάνω στα σκαμπώ, μερικά τσιγάρα κι η ατμόσφαιρα φωτισμένη από κοκκινισμένα μάγουλα, σηκωμένα μανίκια, φωνές δυνατές κοντά στ’ αυτιά.
Όταν βγω έξω, θα τυλιχτώ με το παλτό μου προσπαθώντας να αντιμετωπίσω τη νυχτερινή υγρασία και η τσιγαρίλα πάνω του -και στην αναπνοή μου, βέβαια- θα είναι η απόδειξη ότι η νύχτα μου είχε αξία. Σκέτη αξία, καθόλου προστιθέμενη.


# Το τσιγάρο … το κερασμένο τσιγάρο, από κάποιον που ποτέ δε θα έκανες τράκα, είναι ένα χτύπημα στον ώμο. Συνήθως στα όρθια ή το πολύ πολύ ακουμπισμένοι κι οι δυο σ’ έναν τοίχο παλιό.
Πέντε λόγια σε πέντε λεπτά, μοιρασμένη ανάσα, κοινόχρηστος χρόνος … αδελφέ! σ΄ ευχαριστώ για το τσιγάρο, μη χάνεσαι, τα λέμε … Τα λέμε.
Στο τσιγάρο του επόμενου πακέτου (ή κάποιου από τα επόμενα).


# Επισκεπτήριο στη φυλακή. Με μια κούτα τσιγάρα στο χέρι. Πεσκέσι ακριβό και απαραίτητο. Η μυρωδιά της ελευθερίας, το μέτρημα. Του χρόνου. Της σκέψης. Του καλοπιάσματος. Της ανταλλακτικής του αξίας.
Θα σου φέρνω τσιγάρα στη φυλακή, είπες.
Από συνήθεια το είπες, μα να ξέρες μόνο τι είπες! Και παραπάνω: να ‘ξερες τι έκανες, κάθε φορά που κράταγες την υπόσχεση σου!
Με καταριόσουν και μαζί μ’ ευλογούσες…


# Του Καββαδία τα τσιγάρα που σκάνε από την υγρασία και δεν ανάβουν. Από τις ‘ξομολογήσεις των αμαρτιών αλλά πιο πολύ, από ‘κείνες που ιστορούν τις προδοσίες. Στη Βάρδια, που κρατούσε συντροφιά του δεύτερου, με καφέδες που δεν έβλεπαν τι κρύβουν και ιστορίες που δεν κατάφερναν να κρύψουν τις αμαρτίες.
Και κρυφάκουγε ο μούλος ο δόκιμος με την αρρώστια να τον φοβίζει – πως δε θα προλάβει, πως θα πεθάνει ή θα του πέσει η μύτη, πριν πιάσουν λιμάνι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου